Γιατί, γράφει η Βάσω Αποστολοπούλου

Γιατί αλήθεια μου ’δωσες τόσα πολλά
Αφού ήταν να τα πάρεις όλα πίσω;

Μπήκες στη ζωή μου από πόρτα πλαϊνή
Δεν ήτανε κερκόπορτα
Την είχα διάπλατα αφήσει ανοιχτή
Για να περάσεις...

Μπήκες δειλά και κοίταξες τριγύρω
Αμήχανα, διστακτικά
Σε πήρα από το χέρι και σε πήγα
Στη θέση που ετοίμαζα καιρό
Κι ας μη σε γνώριζα ακόμα
Στη θέση που είχε τ’ όνομά σου...
«Εσύ»... κεντημένο με αγάπη

Μου χαμογέλασες γλυκά
Και σου ’πα «καλωσόρισες, καρδιά μου»
Κι απόθεσα στην αγκαλιά σου
Όλα που είχα μαζεμένα από καιρό
Δικά σου για να τα ’χεις τα δικά μου

Άπλωσες ρίζες μέσα μου
Που γέμιζαν χυμούς απ’ την ψυχή μου
Κι εκεί που άρχισε να μπουμπουκιάζει ο ανθός
Πήρες δρεπάνι
Με χέρι άπονο, σκληρό
Κι έκοψες τον βλαστό χίλια κομμάτια

Απόμεινα να σε κοιτώ με μάτια υγρά
Ν’ αδράχνεις το βλαστάρι, να το σέρνεις
Τραβώντας μου κομμάτια της ψυχής
Αφήνοντας κενά γεμάτα θλίψη
Εκεί που λίγο πριν
Παιζογελούσε η χαρά...

Γιατί αλήθεια μου ’δωσες τόσα πολλά
Αφού ήταν να τα πάρεις όλα πίσω;

Αυτά που είχα φυλαγμένα από παλιά
Και τ’ άλλα, που μαζί είχαμε χτίσει;

Γιατί;

Βάσω Αποστολοπούλου-Αναστασίου