Ο συγγραφέας ως αναγνώστης, γράφει η Δήμητρα Τράκα
“Αφού έκλεισε και τον τελευταίο φάκελο από τα γράμματα αναγνωστών που τις είχαν στείλει από τον εκδοτικό της οίκο, κοίταξε επάνω στο γραφείο της το καινούργιο της βιβλίο που είχε κυκλοφορήσει πριν λίγους μήνες. Αυτό το βιβλίο αφορούσε αυτό το γράμμα, αλλά και την έκφραση θαυμασμού προς το πρόσωπό της από μια αναγνώστρια.

Τόσα χρόνια, είχε λάβει απίστευτα πολλά μηνύματα αλλά και γράμματα από τους λίγο πιο ρομαντικούς, από την ημέρα που το πρώτο της βιβλίο είχε φτάσει στα χέρια των αναγνωστών. Όλα μιλούσαν για το πόσο την αγαπούσαν κι εξέφραζαν τον θαυμασμό για τη δουλειά της. Όλοι όμως είχαν κάτι κοινό μεταξύ τους. Έβρισκαν σε κάθε της βιβλίο στο πρόσωπο κάποιου ήρωα, τον ίδιο τους τον εαυτό. Ίσως χρειάστηκε να διαβάσει πολλές χιλιάδες γράμματα και μηνύματα για να το καταλάβει και η ίδια.

Κοίταξε να δεις, που από το πρώτο μέχρι και το τελευταίο, όλα λένε το ίδιο. Πως γίνεται αυτό; Εκείνη δεν ήξερε παρά μόνο ελάχιστους από τους θαυμαστές της, αν και είχε πολλές φορές ευχηθεί να μπορούσε να τους ευχαριστήσει όλους έναν-έναν από κοντά. Πώς γίνεται να γράφει τόσα χρόνια για όλους αυτούς που δεν γνωρίζει; Πώς γίνεται να δημιουργεί ιστορίες και να γίνεται κι αυτή μέλος της κάθε μίας, παίρνοντας ρόλο ενεργό και μάλιστα σε αυτά τα πρόσωπα να τοποθετούνται και τόσοι άλλοι;

Πήρε στα χέρια της το βιβλίο πάνω από το γραφείο, κάθισε στον μεγάλο αναπαυτικό καναπέ της κι άρχισε να το διαβάζει. Ήταν η πρώτη φορά που διάβαζε ένα βιβλίο της, δεν το είχε κάνει ποτέ ξανά. Μόνο κάποια αποσπάσματα όταν έκανε τις διορθώσεις του κειμένου με τον επιμελητή της, μόνον τότε ξαναδιάβαζε λίγες γραμμές από το ίδιο της το έργο κάθε φορά. Αυτή τη φορά ήθελε να το κάνει όμως από την αρχή. Σωστά! Να διαβάσει κι αυτή ένα βιβλίο της, σαν αναγνώστρια που δεν γνώριζε ούτε τη συγγραφέα αλλά ούτε και το περιεχόμενο του βιβλίου.

Άναψε το λαμπατέρ δαπέδου που βρισκόταν δίπλα της και άνοιξε το βιβλίο στην πρώτη σελίδα. Διάβασε την αφιέρωση και σκούπισε το πρώτο δάκρυ που έσταξε από τα μάτια της. Ήταν αφιερωμένο σ’ εκείνον. Σ’ εκείνον που δεν υπήρχε πια αλλά είχε σημαδέψει την ζωή της για πάντα. Μετά από λίγο αφού καθάρισε το μυαλό της από κάθε σκέψη και ανάμνηση, ξεκίνησε να διαβάζει την ιστορία της. Δεν κουνήθηκε από τον καναπέ παρά μόνο για να σηκωθεί να βάλει ένα ποτήρι από το αγαπημένο της κόκκινο κρασί, αλλά και για να πάρει ένα χαρτομάντιλο να σκουπίσει τα υγρά της μάτια.

Είχε αφήσει τον εαυτό της ελεύθερο να ταξιδέψει στις σελίδες μαζί με τους ήρωες. Είχε σταθεί κι αυτή ανάμεσά τους, βρισκόταν εκεί σε κάθε σκηνή που εξελίσσονταν, ένιωθε ό,τι κι εκείνοι. Χαιρόταν μαζί τους, στεναχωριόταν, νευρίαζε, αγανακτούσε κι εκπλήσσονταν ευχάριστα ή δυσάρεστα αναλόγως τα γεγονότα. Κι αυτή η φίλη της ηρωίδας της, πόσο της έμοιαζε τελικά!

Λες κι έβλεπε την ίδια σε κάθε στιγμή της ιστορίας, λες και κάποιος την είχε τοποθετήσει εκεί με τη μορφή αυτής της κοπέλας κι έβλεπε τώρα εκείνη να κινείται στον χώρο και στον χρόνο και να λειτουργεί όπως ακριβώς θα έκανε και η ίδια.

Τελειώνοντας το βιβλίο κατά τα ξημερώματα περίπου, έμεινε ακίνητη κάποια λεπτά να κοιτάζει το οπισθόφυλλο και να σκέφτεται εκείνη την κοπέλα που συμμετείχε στην ιστορία και της έμοιαζε τόσο πολύ. Πόσο δίκιο είχαν λοιπόν, όλοι αυτοί που της έλεγαν ότι έβρισκαν τον εαυτό τους στα πρόσωπα των ηρώων της. Ακριβώς όπως ένιωσε κι εκείνη πριν λίγο. Πράγματι το είχε καταφέρει και ήταν πολύ χαρούμενη γι’ αυτό. Είχε καταφέρει ν’ αγγίξει όχι μόνο το αναγνωστικό της κοινό αλλά και την ίδια ως αναγνώστρια…”

Αυτή τη μικρή ιστορία εμπνεύστηκα τη στιγμή που κι εγώ ένιωσα τη χαρά του συγγραφέα, να μαθαίνει πως το έργο του άγγιξε κάποιες ψυχές. Θυμήθηκα επίσης, όλους εκείνους τους ομότεχνους που το είχαν αναφέρει πολλές φορές σε συζητήσεις, συνεντεύξεις ή παρουσιάσεις των βιβλίων τους, ότι δηλαδή νιώθουν περήφανοι όταν ένας αναγνώστης τους λέει ότι ταυτίζεται με κάποιον ήρωα των βιβλίων τους. Άκουσα επίσης από πολλούς συγγραφείς ότι δεν κατάφεραν ποτέ να διαβάσουν τα έργα τους ολοκληρωμένα, αφήνοντας έτσι το αναγνωστικό κοινό που είναι ο μεγαλύτερος κριτής μας, ν’ αποφασίζει για την πορεία του. Και αυτή είναι όντως η πραγματικότητα. Δίχως αναγνωστικό κοινό δεν υπάρχει συγγραφέας!

Η ηρωίδα του παραπάνω κειμένου, είναι μια συγγραφέας με πολυετή πείρα και άφθονο συγγραφικό υλικό, αφημένο ως παρακαταθήκη για τις επόμενες γενιές. Αντιλαμβάνεται μετά από χρόνια συγγραφικής πορείας και μάλιστα επιτυχημένης, πόσο σημαντικό είναι να καταφέρει κανείς μόνο με την πένα του, ν’ ακουμπήσει έστω και στο ελάχιστο κάποιες ψυχές και να μοιραστεί μαζί τους, τα όνειρα, τις επιθυμίες, τα πάθη και τις αδυναμίες και να γίνει για μια μόνο στιγμή κομμάτι της ιστορίας που βλέπει να εκτυλίσσεται εμπρός της.

Αυτή η στιγμή της ανακάλυψης, είναι η ηθική ικανοποίηση για τον συγγραφέα. Όταν σταθεί στην απέναντι όχθη ο συγγραφέας ως αναγνώστης…

Δήμητρα Τράκα